- σαμντάνι
- το(λ. τουρκ.), κηροπήγιο.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σαμντάνι — και σαμτάνι, το, Ν κηροπήγιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. samdan] … Dictionary of Greek